Κέρκυρα: Η χαρά του περιπατητή.
Η χαρά του περιπατητή. Χωρίς σχεδιασμό, μιά όμορφη συννεφιασμένη ημέρα, εκεί στα τέλη του Οκτώβρη, ξεκίνησα να περπατάω χωρίς σκόπο, απολαμβάνοντας κάθε στιγμή εκεί στο νησί των Φαιάκων. Νερό, καλά αθλητικά παπούτσια, τον κούταβο για συντροφιά, ξεκινήσαμε από το Λιμάνι, χαζέψαμε στα Φρούρια (Νέο και Παλιό) , σταθήκαμε να κοιτάξουμε το ατελείωτο πήγαινε-έλα των φέρυ μπωτ αλλά και των ιστιοπλοϊκών, εκεί στα Μουράγια. Κάναμε μιά στάση σε επιβλητικά κτίρια που κατά το παρελθόν οι ιδιοκτήτες τους έγραψαν Ιστορία. Ξαποστάσαμε στους υπέροχους κήπους της ξακουστής πλατείας των Βαλκανίων, στην Σπιανάδα. Κατηφορίσαμε την Γαρίτσα, πλάι στο κύμα, φτάνοντας στον Ανεμόμυλο, όπου η θέα της πόλης είναι εκπληκτική. Γύρισε ο νους μου πολλά χρόνια πίσω, τότε που ήμουν πιτσιρίκα και είχα επισκεφτεί την ιδιαίτερη πατρίδα της μητέρας μου. Θυμήθηκα την αστεία ερώτηση που είχα κάνει στον ξάδερφο μου, σχετικά με το Φρούριο “μα τι μεγάλο καράβι είναι αυτό;”. Τα ξεκαρδιστικά γέλια που ακολούθησαν αυτήν την ερώτηση μου και τα πειράγματα συνεχίστηκαν για πολύ καιρό. Ήταν βράδυ, και ήταν η πρώτη μου εικόνα ανεβαίνοντας από Γαρίτσα προς το Φρούριο. Συνεχίστηκε η βόλτα με μιά στάση στον Ι.Ν. Αγίων Τριών Μαρτύρων (Γαρίτσα), όπου στην κεντρική είσοδο, πάνω από την πόρτα, βλέπεις ένα φτερωτό λιοντάρι, το οποίο θεωρείται το λιοντάρι του Αγίου Μάρκου. Στο εσωτερικό του ναού πολλές εικόνες ανεκτίμητης άξιας, ενώ στο πίσω μέρος με εντυπωσίασε μιά αυλή γεμάτη λουλούδια. Μετά από λίγα χιλιόμετρα, πέρασα την πύλη του Μον Ρεπό. Οι ξεναγήσεις στο φόρτε τους, από οργανωμένα ταξιδωτικά γραφεία. Ποδηλάτες, διαβάτες, ένα ατελείωτο πήγαινε-έλα. Περπατήσαμε με τον κύριο Κούταβο από άκρη σε άκρη, κι όταν φτάσαμε στο τέλος, σειρά είχε μια επίσκεψη στο Κανόνι για ανεφοδιασμό. Είχαμε διανύσει 14 ολόκληρα χιλιόμετρα και ήταν τόσο απολαυστικά. Επιστροφή με το αστικό κτελ στο Σαρόκο (Πλατεία ταχυδρομείου).
Με εκτίμηση
Αριστέα Χαριτάτου