Ιερά Μονή Υπεραγίας Θεοτόκου (Κοιμήσεως)
Ευρυδίκη Λειβαδά: Ιερά Μονή Υπεραγίας Θεοτόκου (Κοιμήσεως) / Κοκκιλίων Μηλαπιδιάς στο Γιαλονάδο) – Παναγία η Κοκκιλιώτισσα
Με αφορμή την μεθαυριανή (21.5.2016) λιτανεία της Παναγίας στα Κοκκίλια που θα γίνει από την παλαιά εκκλησία στην Ι.Μ. Αγίου Ανδρέα Μηλαπιδιάς προς το μετόχι της Μονής στα Κοκκίλια
Θεοτοκονύμιο που προέρχεται από το τοπωνύμιο Κοκκίλια. Ο γεωγράφος Αντώνιος Μηλιαράκης[1] αναφέρει: Η κοιλάς αύτη (ενν. Κρανιά) είνε το πλείστον πεφυτευμένη εξ ελαίων και σταφιδαμπέλων. Μεγάλη δ’ έκτασις του λεκανοπεδίου εν ω κείται είνε έτι χέρσος, καλουμένη Κοκκίλια»[2], εκεί όπου υπήρχε εκκλησία παλαιότατη καθώς σώζονται αρχιτεκτονικά μέλη που ανήκουν στην πρώιμη βυζαντινή εποχή[3]. Τον 13ο αι. θα πρέπει να είχε καταστραφεί γιατί, σύμφωνα με το Πρακτικό της Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας του 1264 και τον χάρτη «Κεφαλληνίας έτους 1264», στην ίδια περιοχή (Α)Ελαφώνα) όπου σημειώνεται «χωράφιον του Αγίου Ανδρέα» δεν αναφέρεται θρησκευτική εγκαθίδρυση[4].
Με τον σεισμό του 1469 των 7,2 R κατεστράφη μαζί με το Κάστρο Αγίου Γεωργίου ο ναός. Εν συνεχεία ανηγέρθη, επανακατεστράφη το 1490-1491[5]. Το 1495 μέλη της οικογένειας Πινιατόρρου[6], ιδιοκτήτριας μεγάλων εκτάσεων στην Κρανιά, φαίνονται κάτοχοι «μονηδρίου της Παναγίας εις Γαλονάδο, Κοκκίλια Κραναίας»[7]. Προφανώς το μονήδριο θα αποκτήθηκε μαζί με τα κτήματα και, ως ήταν φυσικό, ακολούθησε την ίδια μοίρα λόγω των σεισμών του 16ου αι. καθώς, ως φαίνεται, οι μεγάλοι εχθροί του ήταν οι συχνοί καταστροφικοί γήινοι συντιναγμοί και τα χωρίς σύνδεση μεταξύ τους υλικά.
Το 1521 στις 8 Οκτωβρίου το ανακαίνισε ο Γεώργιος Πινιατόρρος. Επί επισκόπου Λεοντίου το 1524 σώζεται πράξη του συμβολαιογράφου Μπατίστα Χαρμπούρη για τα κτήματα του «ιδιωτικού μονηδρίου των Πινιατόρων εν Γιαλονάδω Κοκκιλίων Κραναίας» όταν πρωτονοτάριος της επισκοπής ήταν ο ιερομόναχος Φίλιππος Μαυρογιάννης[8]. Τα κτήματα είχαν καταπατηθεί, είχαν καταθέσει μάρτυρες για τα όσα γνώριζαν και είχε προκληθεί και αρχιερατικό επιτίμιο[9].
Στα τέλη του 16ου αιώνα μεριμνά για αυτήν ο γιός του Γεωργίου Θεόδωρος Πινιατόρρος[10], «ιερέας και πρωτοπαπάς» ως φαίνεται από την αίτηση διακήρυξης του αγίου Γερασίμου, την οποία συνυπέγραψε ο μαθητής αυτός[11] του Αγίου κατά το 1620 περίπου. Τον «ευλαβέστατο ηερέα παπα κυρ Θεόδωρο Πινηατόρο» βρίσκουμε να υπογράφει και νοταριακές πράξεις: στις 12 Ιανουαρίου και στις 19 Δεκεμβρίου του 1582[12].
Το 1636 στις 29 Μαΐου ο παπά Φραγκίσκος Πινιατόρος και οι αδελφοί αυτού Ιωάννης και Βεντούρας[13] παρέδωσαν ναό και περιουσία στους «οσιώτατον Ιερεμίαν Τζιτζιλιάνο και Ιωαννίκιον μοναχόν Κουρκούκλην» για να συστήσουν εκεί κοινόβιο υπό τον όρον «μη ημπορόντας να κάμη τον αυτόν ναόν μετόχη εις άλλο μοναστήρι». Λειτούργησε λίγο –ίσως οι τραγικοί σεισμοί του Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους (7,2R) και του 1658 (6,8R) να έχουν ξανά το δικό τους μερίδιο ευθύνης-.
Το 1651 «απαντώμεν παραδόξως Παναγία στα Κοκκίλια κάτωθεν του χωρίου Γιαλονάδου (;)» σημειώνει ο Τσιτσέλης[14], άγνωστο όμως σε ποιο σημείο εννοεί το ερωτηματικό –πιθανόν στην ονομασία χωρίου Γιαλονάδο καθώς τα Κοκκίλια ήταν ήδη σε αυτόν γνωστά-.
Το 1655 ο μοναχός από την μονή Ξηροποτάμου του Αγίου Όρους Ιερεμίας Παιδιάτης που έφθασε για να μονάσει στην Κοκκιλιώτισσα ανέφερε ότι ο ηγούμενος είχε αφιερώσει τη μονή στο Άγιο Όρος[15]. Ακολούθησαν δικαστικοί αγώνες για την περιουσία του ναού. Κατά το διάστημα των αγώνων οι Πινιατόρροι παραχώρησαν το μονήδριον στον ιερέα Ζώσιμο Καραντινό με δικαίωμα να δίνει μια λαμπάδα. Δικαιώθηκαν τελικά δικαστικά οι Πινιατόρροι, την 1η Ιουλίου 1667 απαντά και πάλι στην κατοχή τους[16] και στις 17 Ιουλίου γίνεται μετόχι της μονής του Αγίου Ανδρέα επί ηγουμένου Ιωαννίκιου Πετρικού[17]. Η προσήλωση αυτή στον Άγιο Ανδρέα γίνεται με την υποχρέωση η μονή να έχει εκεί μετοχιάριο (δηλ. παραηγούμενο μετοχιού)[18]. Το 1677 σε πράξεις του συμβολαιογράφου Τζώρτζη Φωκά απαντά και πάλι ως «μετόχιον της Μηλαπιδιάς». Το 1690 η οικογένεια Τραυλού ήγειρε αξιώσεις για την κυριότητα, χωρίς όμως αποτέλεσμα[19]. Το 1698 βρίσκουμε μέλη της οικογένειας Πινιατόρρου να δωρίζουν στην Ι.Μ. Αγίου Ανδρέα Μηλαπιδιάς κτήματα[20]. Μέλος της που δραστηριοποιήθηκε ιδιαίτερα στην περιοχή αυτή ήταν ο Νικόλαος (1636-1709), γιός του Ραφαήλ, δραστήριος και επιχειρηματικός νους. Αποξήρανε πρώτος τα ελώδη μέρη του Κουτάβου, και το 1676 απέκτησε εκεί πολλές επιπλέον εκτάσεις. Προέβη σε μεγάλες καλλιέργειες για να εγκλιματισθούν ξένα φυτά, ανήγειρε στην Κρανιά μεγαλοπρεπή έπαυλη «ης ερείπια σώζονται έτι». Σε αυτόν επίσης οφείλεται η επέκταση των γαιοκτησιών του οίκου στη Λάσση όπου ίδρυσε τον ναό του Αγίου Αθανασίου[21].
Το διάστημα αυτό απαντούν «κυβερνήτες του μονηδρίου» οι: Ιερεμίας Τσιρακλιάνος (1640-1652), Ιωαννίκιος Κουρούκλης (1652-1665), Φιλάρετος Τρωιάνος (1702). Οι εφημέριοι διορίζονταν από τον ηγούμενο της Ι.Μ. Αγίου Ανδρέα Μηλαπιδιάς [22].
Οπωσδήποτε οι σεισμοί του 1767 (7,2R) θα προκάλεσαν σημαντικές ζημιές στο μοναστήρι. Επαναλειτούργησε όμως και μάλιστα υπήρχε Αδελφότητα Μοναχών που διέμενε μόνιμα στα Κοκκίλια γιατί στον Άγιο Ανδρέα η μονή ήταν γυναικεία[23]. Από το φ. 24 του Κώδικα της Μονής προέρχεται η πληροφορία ότι στις 11 Αυγούστου 1779 έφθασε στη μονή του Αγίου Ανδρέα Μηλαπιδιάς ο Αντζουλής Διακάτος, έγγαμος με παιδιά, από το Διγαλέτο, για να γίνει μετοχιάριος στην Παναγιά στα Κοκκίλια παρακινούμενος από την «διδαχί και παρακίνηση του ευλογιμένου αγίου κοσμά να επαρακίνησε πολούς να αφίσουν τον κόσμον και ν’ αρνιθούν γινέκες και πεδιά να ασικόσουν τον ελαφρόν ζιγόν του Χριστού να δουλεύσουν δια την ψυχήν τους». Στους καταλόγους ναών και μονών του τέλους του 18ου αι. στις περιοχές Cocolata και Cranea δεν αναγράφεται η Μονή της Παναγίας στα Κοκκίλια (Γιαλονάδο)[24].
Οι σεισμοί του Ιανουαρίου του 1867 (7,4R) θα προξένησαν βλάβες στο μοναστήρι. Με τους σεισμούς του 1953 κατεστράφη μεγάλο μέρος της αγιογραφημένης εκκλησίας και ο Μητροπολίτης Γερμανός Β΄ Ρουμπάνης συγκατένευσε να επισκευασθεί. Μάλιστα πήγε προσωπικά στον ιερό χώρο και εξέφρασε την πρόθεσή του και τη γνώμη του για αναστήλωση. Τις ιερές εικόνες και τα ιερά σκεύη και άμφια διέσωσαν οι καλόγριες του Αγίου Ανδρέα, ανάμεσα στις οποίες και η σημερινή καθηγουμένη Ανδριανή, και δυο νέοι της εποχής εκείνης ο Γεράσιμος Πιεράτος και ο Σπυρανδρέας Μωραΐτης. Από τους σεισμούς του ’53 μέχρι σήμερα, η εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου φυλασσόταν στην Ι.Μ. Αγίου Ανδρέα Μηλαπιδιάς[25].
Επικουρικός της καταστροφής ήρθε ο σεισμός του 1983. Ερειπώθηκε ο ανατολικός τοίχος της εκκλησίας και η κόχη του Αγίου Βήματος όπου είχαν σωθεί μέχρι τότε σημαντικές αγιογραφίες. Οι πρόσφατοι σεισμοί της 26ης Ιανουαρίου και της 3ης Φεβρουαρίου γκρέμισαν τις πέτρες οι οποίες με προσοχή επανατοποθετήθηκαν και στερεώθηκαν. Η παλιά εκκλησία της Κοκκιλιώτισσας είχε θρόνο με Αγγέλους και εξαίρετο ξυλόγλυπτο τέμπλο τα οποία καταπλακώθηκαν και καταστράφηκαν ολοσχερώς.
Και φθάνουμε στις μέρες μας όπου με πρόταση, οικονομική και παντοία στήριξη της Ουρανίας Κρεμμύδα, με κάθε είδους αμέριστη συμπαράσταση και επιμελή καθοδήγηση του γνώστη των εκκλησιαστικών θεμάτων και της εκκλησιαστικής ιστορίας διευθυντή του Βυζαντινού Μουσείου Αγίου Ανδρέα Μηλαπιδιάς κ. Κωνσταντίνου Στάβερη, με αρωγή της ηγουμένης του Αγίου Ανδρέα μοναχής Ανδριανής και των μοναστριών, και με την βοήθεια μερίδας πιστών που πίστεψαν στην ιερή υποχρέωση επαναλειτουργίας της παλαιότατης μονής της Υπεραγίας Θεοτόκου Κοκκιλίων, ξεκίνησε να κατασκευάζεται εκκλησία διαστάσεων ιδίων με την παλαιότερη, ανατολικότερα ακριβώς από τα ερείπια της παλαιάς και δίπλα από το κοιμητήριο των πατέρων της μονής. Η προσπάθεια κράτησε πέραν των δυο ετών και τα θυρανοίξια πραγματοποιήθηκαν στις 10 Μαΐου 2014 όπου λειτούργησαν ο αρχιμανδρίτης Γεράσιμος Φωκάς πρωτοσύγγελος της Ι.Μ. Κεφαλληνίας, ο πανοσιολογιώτατος πατήρ Μάρκος Αποστολάτος, ο αιδεσιμολογιώτατος πατήρ Ιωάννης Μεσολωράς, οι αιδεσιμότατοι ιερείς Διονύσιος Μαρκέτος, Ξενοφών Ζαρκάδας και Βασίλειος Παυλάτος και ο αιδεσιμότατος πατήρ Γεράσιμος Μπάλλας από την Αμερική.
Πλήθος πιστών ακολούθησε την λιτανεία – μετακομιδή της ιεράς εικόνος της Θεοτόκου από την παλαιά εκκλησία του Αποστόλου Ανδρέα της Μηλαπιδιάς στα Κοκκίλια. Εψάλη δέηση και τρισάγιο υπέρ αναπαύσεως των κτητόρων της μονής στην παλαιά εκκλησία και εν συνεχεία τελέσθηκαν τα θυρανοίξια και η Ακολουθία του Εσπερινού. Μετά το πέρας της Ακολουθίας δόθηκε μικρή υπαίθρια δεξίωση στους πιστούς.
Την Κυριακή, 11 Μαΐου τελέσθηκε η Ακολουθία του Όρθρου και στη συνέχεια η Θεία Λειτουργία. Ο πατήρ Γεράσιμος Φωκάς κήρυξε τον Λόγο του Θεού, αναφέρθηκε σε σύντομο ιστορικό της μονής και μίλησε για την προσφορά της κ. Ουρανίας Κρεμμύδα και του Διευθυντή του Βυζαντινού Μουσείου κ. Κώστα Στάβερη. Μετά το πέρας παρατέθηκαν εδέσματα στους πιστούς.
Στη Μονή του Αγίου Ανδρέα φυλάσσεται το Κτηματολόγιο της Μονής της Κοκκιλιώτισσας και στο Ιστορικό Αρχείο διασώζεται Κώδικας των ετών 1622-1798 με περιεχόμενο προσηλώσεις μοναχών, παραχωρήσεις κτημάτων στο μετόχι, αγορές, πωλήσεις κτημάτων, ένα συμβόλαιο παραχώρησης του ναού από την οικογένεια Πινιατόρρου, πληροφορίες για την μετατροπή του σε κοινόβιο κατά το έτος 1636[26].
Η εικόνα της Παναγίας είναι έργο αγνώστου αγιογράφου του 17ου αι. Υπάρχει η πιθανότητα να αντικατέστησε παλαιότερη στην οποία ήταν αφιερωμένη η παλαιότατη μονή της Κοιμήσεως στα Κοκκίλια. Έχει ιστορηθεί η Παναγία αριστεροκρατούσα, τύπου Γλυκασμός των Αγγέλων. Ο μικρός Ιησούς κάθεται σε μαξιλαράκι από δαμασκηνό ύφασμα, σύνθεση που παρουσιάζεται σπάνια στην Κεφαλλονιά. Η κ. Παναγιώτα Μοσχονά σημειώνει για την εικόνα: «Φέρει μαφόριο κόκκινο με εσωτερική πράσινη επένδυση και στέφεται με πριγκιπικό στέμμα από δυο αιθεροβάμονες αγγέλους… Ο Χριστός φέρει φωτοστέφανο με σταυρική διάρθρωση και στην κεραίες του σταυρού τα γράμματα «Ο ΩΝ», γαλάζια εσθήτα, με το δεξί του χέρι ευλογεί, ενώ με το αριστερό κρατεί ειλητάριο… Οι άγγελοι επίσης κρατούν ειλητάρια με επιγραφές…»[27].
Σε όλα τα σπίτια της προσεισμικής Κεφαλλονιάς φυλάσσονταν –και φυλάσσονται- εικόνες της Παναγίας, οικογενειακά ιερά κειμήλια που περνούσαν από γενιά σε γενιά[28]. Υπάρχουν όμως και εικόνες Της που έχουν αφιερωθεί σε διάφορους ναούς και λατρεύονται μέχρι σήμερα με πάνδημες λιτανείες και στις οποίες, επειδή θεωρούνται θαυματουργές, έχουν αφιερωθεί βαρύτιμα τάματα. Η Θεοτόκος είναι ιδιαίτερα αγαπητή στην Κεφαλλονιά κι οι εικόνες Της έχουν συνδεθεί στενά με την ιστορία, όχι πλέον των οικογενειών, αλλά με αυτήν καθ’ εαυτήν την ιστορία του νησιού μας γιατί, σε κρίσιμες ώρες, η Θεοτόκος προσέφερε ελπίδα, βοήθεια, παρηγοριά, στήριξη, προστασία. Προσευχές, δεήσεις για διάσωση από καταστροφές και σεισμούς, για κάθε καλό και προκοπή, αναπέμπονταν στους ουράνιους θρόνους Της. Και μετά, έμεναν οι πιστοί, «οφειλέτες» στη Θεοτόκο που εκπλήρωσε τις επιθυμίες τους, να προσφέρουν κάθε είδους αφιερώσεις. Αυτή είναι και η αιτία που για άλλη μια φορά, σε πείσμα των φυσικών καταστροφών, ανηγέρθη η εκκλησία της Παναγίας στην περίοπτη θέση των Κοκκιλίων.
Ευρυδίκη Λειβαδά, 19.5.2016
[1] Ο Παρτς στη δική του γεωγραφία δεν κάνει αναφορά ούτε στα Κοκκίλια, ούτε στο Γιαλονάδο.
[2] «Και Κροκύλει ενέμοντο και Αιγίλιπα τρηχείαν» (νέμονταν τα Κροκύλεια και την άγονη Αιγίλιπα) άδει ο Όμηρος στην Ιλιάδα (Β633). Από τους υποστηρικτές της θεωρίας περί Κεφαλληνίας ως Ομηρική Ιθάκη γίνεται ταυτοποίηση των Κροκυλείων με τα σημερινά Κοκκίλια. Πάντως το κροκυ- έχει άλλη ετυμολογία από το κοκκι/υ-. Με υ η ετυμολογία προέρχεται από το Κοκκύ = κραυγή κούκου, κραυγή του κόκκυγος. Η γραφή με δυο κ και ι έχει ρίζα το κοκκίον = κόκκος = κουκούτσι. Κοκκίον και κοκκίς = υποκοριστικό του κόκκος. Επίσης κόκκος = κόκκινη δρυς. Κοκκιν =(σχέση με το) ερυθρό, πορφυρό χρώμα. Πιθανόν λόγω του κόκκινου χρώματος που έχει το χώμα (κοκκινόχωμα) στην περιοχή (εκδοχή που θεωρεί ως πιθανή ο κ. Κώστας Στάβερης). Υπάρχει όμως και μια αμυδρή πιθανότητα να προέρχεται και από την κοκκιλίνη ή κογχυλίνη είδος φυτού αλλά και κόκκινου κογχυλιού που χρησιμοποιείτο στη βαφική, και ως εκ τούτου να αφορά σε δραστηριότητα κατοίκων του οικισμού. Όμως ξεφεύγει του θέματός μας η ετυμολογία των Κοκκιλίων.
[3] Σύμφωνα με τον διευθυντή του Βυζαντινού Μουσείου κ. Κώστα Στάβερη τον οποίο από την θέση αυτή ευχαριστώ από καρδιάς για την ευγένεια και την προθυμία του για παροχή πληροφοριών.
[4] «Έτερον εις τον τόπον στο Κοκίγη» όπου αναφέρεται στην Επιτομή αφορά σε χωράφι στο Αράκλη (27r, 5). Είναι αντίστοιχο του «Κοκκογ(υρ-έα) του Πρακτικού (918). Κοκκυγέα = δένδρο που χρησιμεύει ως κόκκινη βαφή – rhus cotinus.
[5] Πληροφορία από τον διευθυντή του Βυζαντινού Μουσείου κ. Κώστα Στάβερη.
[6] Pignatorro. Κατάγονται από την Ιταλία και εγκαταστάθηκαν στο νησί το 1500. Πρώτος στο γενεαλογικό δένδρο στην Κεφαλλονιά φαίνεται ο Γεώργιος. Γράφηκαν στη Χρυσή Βίβλο μεταξύ των ετών 1593-1604 (κατά Χιώτη) και κατά τα χειρόγραφα της ιστορίας τους τα τέλη του 17ου αι. όπου αντί 1.000 ρεαλίων εγγράφησαν τέσσερα μέλη. Βλ. Τσιτσέλης Ηλίας, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα. Τ. Α΄, Τύποις Λεώνη, Αθήναι 1904, σελ. 528-529.
[7] Τσιτσέλης Ηλίας, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα. Τ. Α΄, ο.π., σελ. 529.
[8] Τσιτσέλης Ηλίας, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Τύποις Μυρτίδη, Τ. Β’, 1960, σελ. 92.
[9] Τσιτσέλης Ηλίας, ο.π., Β΄, σελ. 294, υποσημ. 2.
[10] Πληροφορία από τον διευθυντή του Βυζαντινού Μουσείου κ. Κώστα Στάβερη.
[11] Τσιτσέλης Ηλίας, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα. Τ. Α΄, ο.π., σελ. 526
[12] Τον Ιανουάριο υπογράφει ως μάρτυρας και μετά καταχωρείται πράξη με ημερομηνία 5 Μαΐου 1582 που έχει συνταχθεί στην Ιθάκη για πώληση κτημάτων. Βλ. Ζαπάντη Σταματούλα, «Γιάκουμος Σουριάνος, Νοτάριος Κάστρου 1570-1598», ΓΑΚ, Αργοστόλι 2001.
[13] Τσιτσέλης Ηλίας, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα. ο.π. Τ. Α΄, 529-530 όπως προκύπτει από τις συμβολαιογραφικές πράξεις του Ραφαήλ Πινιατόρρου. Ο Ραφαήλ Πινιατόρρος και ο αδελφός του Βεντούρας πολέμησαν στον Κρητικό πόλεμο και μάλιστα ο Βεντούρας σκοτώθηκε. Βλ. Τσιτσέλης Ηλίας, ο.π. Τ. Α΄, σελ. 536-537.
[14] Τσιτσέλης Ηλίας, ο.π., Β΄, σελ. 294, υποσημ. 2.
[15] Τσιτσέλης Ηλίας, ο.π., Β΄, σελ. 294, υποσημ. 2.
[16] Τσιτσέλης Ηλίας, ο.π. Β΄. σελ. 294, υποσημ. 2.
[17] Γκέλης Κωνσταντίνος, Ιερά Μονή Απ. Ανδρέου Κεφαλληνίας, Έκδοσις Γ’, Ι.Μ. Απ. Ανδρέου Κεφαλληνίας, Αθήναι 2001, όπου γίνεται αναφορά σε νοταριακή πράξη Ιωάννου Ραζή (φ. 41), σε Κώδικα Παναγίας Κοκκιλιώτισσας (φ.19) και Κώδικα εγγράφων οικογένειας Πινιατόρρων (1636-1803).
[18] Γκέλης Κωνσταντίνος, ο.π. σελ. 83.
[19] Τσιτσέλης Ηλίας, ο.π. Β’. σελ. 294, υποσημ. 2.
[20] Τσιτσέλης Ηλίας, ο.π. Β΄, σελ. 298.
[21] Τσιτσέλης Ηλίας, ο.π. Τ. Α΄, σελ. 536-538.
[22] Τσιτσέλης Ηλίας, ο.π. Β’. σελ. 294, υποσημ. 2.
[23] Πληροφορία από τον διευθυντή του Βυζαντινού Μουσείου κ. Κώστα Στάβερη.
[24] Παναγιωτοπούλου Μαρία Π., Κατάλογος ναών και μονών της Κεφαλονιάς, τέλος 18ου αι., Κεφαλληνιακά Χρονικά Τ. 6ος (1992-1994), Εταιρεία Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, Αργοστόλι 1994, σελ. 89-188.
[25] Πληροφορία από τον διευθυντή του Βυζαντινού Μουσείου κ. Κώστα Στάβερη.
[26] Μοσχόπουλος Γεώργιος, Το εκκλησιαστικό Αρχείο Κεφαλονιάς, Μητρόπολη, Μονές, Ναοί, ΓΑΚ Νομού Κεφαλληνίας, Αθήνα 1984, σελ. 56.
[27] Βλ. επεξήγηση εξωφύλλου Κεφαλονίτικης Προόδου, τ. 1, περίοδος Β΄, Ιανουάριος – Μάρτιος 2012.
[28] Θυμάμαι την νόνα μου Ευρυδίκη Μοντεσάντου να καλεί τον παπά Σουρβάνο στο σπίτι για «να διαβάσει την εικόνα της Παναγίας» -πολύτιμο οικογενειακό κειμήλιο- όταν ήταν να την πάρει μαζί της στην Αθήνα όπου εγκαταστάθηκε η οικογένεια. Και το ίδιο έγινε και, χρόνια μετά, κατά την επιστροφή στην Κεφαλλονιά για να την επανατοποθετήσει στην πρότερη θέση της.